Πέμπτη, ημέρα της Χημείας! Chemistry Thursday: Χρήσιμοι οροι της κοσμητολογίας!

 

Χρήσιμοι όροι της κοσμητολογίας

Πολλοί όροι που συναντούμε στην κοσμητολογία έχουν τη βάση τους στη βιοχημεία καθώς πολύ συχνά αναφερόμαστε στις πρωτεΐνες και στα λιπίδια που υπάρχουν στην επιδερμίδα μας. Παρακάτω αναφέρονται μερικοί χρήσιμοι όροι που θα βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση της διεθνούς βιβλιογραφίας.

Moisturizer (υγραντική ουσία) : Μια ουσία ή ένα προϊόν που προσθέτει ή αποκαθιστά την υγρασία στο δέρμα. Λάβετε υπόψη σας ότι η υγρασία αναφέρεται στο νερό, τα έλαια από μόνα τους δεν ενυδατώνουν.

Humectant (υγροσκοπικός παράγοντας): Μια ουσία που συνδέεται με το νερό για να διατηρήσει την υγρασία. Είναι σημαντικό για το ίδιο το προϊόν για να μην στεγνώνει με το χρόνο, αλλά βοηθά και στη διατήρηση της υγρασίας του δέρματος. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η γλυκερίνη και η σορβιτόλη.

Emollient (μαλακτικό):  Μια ουσία που μαλακώνει και καταπραΰνει το δέρμα καθιστώντας το πιο εύπλαστο. Συνήθως είναι ένα έλαιο. Θεωρείται ότι γεμίζει τις κοιλότητες μεταξύ των κυττάρων στην κεράτινη στοιβάδα και βελτιώνει την εμφάνιση της επιδερμίδας.

Lubricant (Λιπαντικό): Μια ουσία που μειώνει την τριβή και συχνά σχηματίζει ένα φιλμ πάνω στην επιδερμίδα. Αυτό είναι σημαντικό για την αίσθηση που αφήνει ένα προϊόν κατά και μετά την εφαρμογή του στο δέρμα.

Barrier (φιλμ προστασίας-φραγμός): Κάτι που εμποδίζει. Το υγιές δέρμα αποτελεί εμπόδιο στη διέλευση ουσιών μέσα και έξω από το σώμα προστατεύοντάς το από το εξωτερικό περιβάλλον και κρατώντας την υγρασία μέσα του. Οι λοσιόν και οι κρέμες βοηθούν υποστηρίζοντας αυτή τη λειτουργία φραγμού του δέρματος. Το κατεστραμμένο δέρμα χάνει μέρος της ιδιότητας του φραγμού και είναι πιο επιρρεπές σε λοιμώξεις.

Occlusive – Impenetrable – (Αδιαπέραστο): Το υλικό εκείνο που απλώνεται στο δέρμα για να αποφεύγεται η απώλεια υγρασίας. Έλαια που προέρχονται από το πετρέλαιο αποτελούν αποφρακτικούς παράγοντες, φυτικά έλαια επίσης  λειτουργούν ως αποφρακτικοί παράγοντες.

Emulsifier (Γαλακτωματοποιητής): Συνενώνει ουσίες που δεν θα μπορούσαν διαφορετικά να αναμιχθούν όπως το λάδι και το νερό. Οι γαλακτωματοποιητές χρησιμοποιούνται σε οποιαδήποτε κρέμα ή λοσιόν για να βοηθήσουν το λάδι και το νερό να διατηρηθούν ενωμένα.

Surfactant (Επιφανειοδραστικό): Μειώνει την επιφανειακή τάση ενός υγρού, όπως το νερό. Αναφέρεται σε ένα φωσφολιπίδιο που εμφανίζεται στους πνεύμονες. Η λειτουργία του εκεί είναι να μειώνει την επιφανειακή τάση και να κρατάει τους πνεύμονες ανοικτούς για τον αέρα. Στα καλλυντικά αυτό σημαίνει το ίδιο πράγμα σε σχέση με την αναπνευστική λειτουργία του δέρματος, αλλά τα επιφανειοδραστικά περιλαμβάνουν απορρυπαντικά, παράγοντες αφρισμού και γαλακτωματοποιητές.

Antioxidant (Αντιοξειδωτικό): Μια χημική ουσία που αναστέλλει την οξείδωση ή τις αντιδράσεις ελευθέρων ριζών με άλλα μόρια. Κοινά αντιοξειδωτικά είναι η βιταμίνες Α, C και Ε καθώς και οι πολυφαινόλες. Η προσθήκη αντιοξειδωτικών σε προϊόντα φροντίδας του δέρματος είναι σημαντική τόσο για την προστασία του ίδιου του προϊόντος όσο και για το δέρμα καθώς μειώνει τα σημάδια της γήρανσης.

Preservative (Συντηρητικό): Μία ένωση που αναστέλλει/τερματίζει την ανάπτυξη βακτηρίων και μυκήτων. Τα συντηρητικά είναι σημαντικά για την προστασία του ίδιου του προϊόντος, καθώς και για την προστασία του καταναλωτή από ενδεχόμενα πολύ σοβαρές μολύνσεις. Είναι απολύτως απαραίτητα για να βεβαιωθούμε ότι τα προϊόντα που περιέχουν νερό ή υδατικά συστατικά συντηρούνται σωστά.

Exfoliant (Απολεπιστικό): Κάτι που αφαιρεί το εξωτερικό, νεκρό στρώμα των κυττάρων του δέρματος, την κεράτινη στιβάδα. Αυτό μπορεί να γίνει φυσικά με μία λειαντική ουσία, όπως άλατα, αλεσμένοι σπόροι ή χημικά με σαλικυλικό οξύ ή α-υδρόξυ οξύ (ΑΗΑ).

Fixed oils (Σταθερά Έλαια): Μη πτητικά έλαια που είναι λιπίδια ή λίπη. Μερικές φορές χρησιμοποιούνται ως φορείς για αιθέρια έλαια. Σε αυτά περιλαμβάνονται το ελαιόλαδο, το αμυγδαλέλαιο και άλλα φυτικά λάδια.

Stratum Corneum (Κεράτινη στιβάδα): Το εξωτερικό στρώμα της επιδερμίδας του δέρματος. Παρέχει στο δέρμα τη λειτουργία φραγμού του.

Cosmeceutical – Ένας συνδυασμός των λέξεων ΚΑΛΛΥΝΤΙΚΟ και ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟ. Αναφέρεται σε ένα καλλυντικό συστατικό που έχει φαρμακευτική δράση επί του δέρματος. Ο όρος δεν αναγνωρίζεται από τον FDA και ένα καλλυντικό που φέρεται να έχει φαρμακευτική δράση δεν θεωρείται πλέον καλλυντικό, αλλά μάλλον παραφαρμακευτικό φάρμακο.

Περισσότερα μπορείτε να δείτε εδώ.

image_printΕκτύπωση

Similar Posts

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *